της
Σούζαν Τζορτζ, πολιτικής και κοινωνικής επιστήμονα και ακτιβίστριας, επιθ.
«ΜικροΜέγκα»
Το
μεγαλύτερο άγχος της πλειοψηφίας των πολιτών στην Ευρώπη σήμερα είναι η βαριά οικονομική κρίση που τους
πλήττει. Άγχος για την οικονομία
δεδομένου ότι το συνεχιζόμενη κρίση μεταφράζεται σε υψηλούς δείκτες νεανικής ανεργίας, βαριές περικοπές σε δημόσιες υπηρεσίες και συνεχή επιβολή μέτρων λιτότητας που, αντί να ανακουφίσουν,
επιδεινώνουν την κρίση. Πρόκειται για μία
κρίση ανισοτήτων. Μια κρίση κακής
διανομής ευημερίας που δεν έχει όμοιο στην Ευρώπη από την εποχή του μεσοπολέμου και που βλέπει το 1% του πληθυσμού να αυξάνει σημαντικά
τα έσοδα του ενώ το υπόλοιπο να τα χάνει. Παρά ταύτα, δραματικότερη της
οικονομικής κρίσης διαφαίνεται η κρίση με την οποία ασχολούμαστε λιγότερο, η κρίση του κλίματος, ή κλιματική αλλαγή. Η κλιματική κρίση θα
έχει επιπτώσεις πολύ πιο δραματικές στον ίδιο τον πολιτισμό και θα καταστήσει
τις οικονομικές μας ανησυχίες σχεδόν ασήμαντες.
Αν
φανταστούμε ότι ο κόσμος κυβερνάται από ομόκεντρους
κύκλους, ο πιο ισχυρός σήμερα είναι ο εξωτερικός, o κύκλος
που επηρεάζει περισσότερο τη ζωή μας, ή κύκλος της οικονομίας. Είναι η παγκοσμιοποιημένη
οικονομία που οδηγεί τον κόσμο, εάν κοιτάξουμε την σωρεία των
χρηματοδοτήσεων των τραπεζών από τις κυβερνήσεις, δηλαδή από τους
φορολογούμενους ή από εμάς τους άλλους. Μια πρόσφατη έκθεση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ υπολογίζει σε 16 τρισεκατομμύρια δολάρια το ποσό που δαπανήθηκε για την διάσωση
των τραπεζών. Πρόκειται για ένα ποσό που δεν λαμβάνει υπόψη τα ποσά που
δαπάνησαν οι Εγγλέζοι, οι Γερμανοί, οι Γάλλοι και όλοι οι άλλοι ευρωπαίοι για να διασώσουν τις τράπεζες
τους.
Η αδηφαγία του τραπεζοπιστωτικού
συστήματος
Οι
τράπεζες δαπάνησαν κολοσσιαία ποσά στο πεδίο ενός σκληρού λόμπινγκ στις
κυβερνήσεις με στόχο την κατάργηση των περιορισμών στις ενέργειες τους και με αποτέλεσμα
την πρόκληση περαιτέρω απορρύθμισης που συνέβαλε σημαντικά στην κρίση : ακολούθησαν
την οδό του υψηλού ρίσκου αλλά με χρήματα των μικροεπενδυτών της κοινωνίας των
πολιτών. Από την δική τους οπτική γωνία ήταν στο σωστό δρόμο, καθόσον «too bog to fail»,
και ήταν σίγουρες ότι οι κυβερνήσεις θα κινητοποιούνταν άμεσα για να τις
διασώσουν σε περίπτωση κατάρρευσης.
Οι
τράπεζες διασώθηκαν δίχως προϋποθέσεις. Παρέμειναν οι ίδιες, το ίδιο «too bog to fail», δίχως
καμία αλλαγή στον τρόπο λειτουργίας τους. Από αυτή την οπτική γωνία, ο χρηματοπιστωτικός τομέας παραμένει
αναμφισβήτητα ο εξωτερικός κύκλος της εξουσίας, ο ευρύτερος και ισχυρότερος.
Ο αμέσως επομένως κύκλος φαίνεται να
είναι εκείνος της πραγματικής οικονομίας,
εκεί που ο κόσμος επενδύει, παράγει, διανέμει και καταναλώνει. Στις Ηνωμένες
Πολιτείες η πραγματική οικονομία
λαμβάνει μόνο το 20% των επενδύσεων
ενώ το υπόλοιπο 80% καταλήγει στον χρηματοπιστωτικό τομέα.
Ο
Μαρξ βάσισε την ανάλυση του στην
πραγματική οικονομία: οι βιομήχανοι κερδίζουν παράγοντας υπηρεσίες και αγαθά
εκμεταλλευόμενοι την εργατική τάξη και παρακρατώντας για τον εαυτό τους το
πλεόνασμα της υπεραξίας. Σήμερα δεν είναι αναγκαίο να παράγει χρήμα η πραγματική οικονομία. Πετυχαίνεις πολύ
περισσότερα ποντάροντας στα χρηματοπιστωτικά
προϊόντα και πουλώντας στην συνέχεια το ίδιο χρηματοπιστωτικό προϊόν.