Μανιφέστο
για ένα αγρο-οικολογικό σύστημα *
Η
γεωργική δραστηριότητα στάθηκε ικανή
να ικανοποιήσει για αιώνες τις ανθρώπινες ανάγκες, σε επίπεδο διατροφής και
πρώτης ύλης για άλλες χρήσεις, μέσω της οργανικής της σύνδεσης με την φύση, την ηλιακή ενέργεια, την ατμόσφαιρα,
τους υδάτινους πόρους, τη γη και τα έμβια. Κάπως έτσι εξακολουθεί να υφίσταται ακόμη σε αρκετές χώρες
της Λατινικής Αμερικής, της Αφρικής και της Ασίας.
Oι πανάρχαιοι δεσμοί
της ανθρώπινης δραστηριότητας με τη φύση,
τους κύκλους της και τα οικοσυστήματα της, διαρράγηκαν οριστικά
kατά τους τελευταίους
δύο αιώνες. Αιτία ο ελαύνων «εκσυγχρονισμός»
υποσχόμενος την ικανοποίηση των βασικών αναγκών ενός ταχέως αυξανόμενου
πληθυσμού, μέσω του εκβιομηχανισμού της
γεωργίας, της κτηνοτροφίας και της αλιείας, παράλληλα με την δραστική μετάλλαξη
του τρόπου επεξεργασίας και διανομής των τροφίμων. Ο εκβιομηχανισμός της διατροφικής
παραγωγής θεμελιώθηκε στην μηχανοποίηση,
στην χρήση χημικών ουσιών με τη
μορφή λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων και στη γενετική
επιλογή, με στόχο ποικιλίες ανθεκτικότερες και παραγωγικότερες, για να
επιβληθεί γοργά σε χώρες με παράδοση – όπως εκείνες της Ευρώπης και της Αμερικής
– με μία δυναμική ικανή να καταστείλει όλες τις αντιστάσεις. Η γεωργία μεταλλάχθηκε σε βιομηχανικό τομέα, δανειζόμενη από
αυτόν την λογική της τυποποίησης,
της ομογενοποίησης, της οικονομίας κλίμακας και της «ελαστικής»
εργασίας του εργατικού δυναμικού της.
Η
βιομηχανική γεωργία επιβλήθηκε
ταχέως τόσο στις καπιταλιστικές χώρες και στις αποικίες τους όσο και στις ώρες
του υπαρκτού σοσιαλισμού. Παρουσιάστηκε και επιβλήθηκε μέσω ενός «προοδευτικού»
προφίλ, ως μοναδική οδός στην κατεύθυνση της καταπολέμησης της φτώχειας και της
πείνας, της διατροφικής επάρκειας ενός παγκόσμιου πληθυσμού σε συνεχή
δημογραφική αύξηση και της πρόσβασης όλων στην ευημερία που ο εκβιομηχανισμός υποσχόταν να προσφέρει.
Η σύγχρονη γεωργία δεν
είναι πλέον μόνο βιομηχανική αλλά και τεχνο-επιστημονική,
δεν είναι μόνο αντικείμενο μηχανικής,
χημείας και γενετικής αλλά και βιο-τεχνολογίας,
μέσω της υπόγειας διασύνδεσης ερευνητικών κέντρων, χημικών και φαρμακευτικών
εταιρειών, κρατών, υπερεθνικών οργανισμών, χρηματοπιστωτικού συστήματος,
κεφαλαίων ρίσκου και ιδιωτικοποίησης και εμποροποίησης κάθε φυσικού και
ανθρώπινου πόρου.
Ο εκβιομηχανισμός μετάλλαξε
και τις διαδικασίες διανομής του διατροφικού προϊόντος, μέσω
της ανεξέλεγκτης επικράτησης των αλυσίδων «σούπερ μάρκετ» και της δημιουργίας
πολύπλοκων εφοδιαστικών και μεταποιητικών αλυσίδων σε όλη την έκταση του αγρο-διατροφικού συστήματος, το οποίο
είναι σήμερα παγκοσμιοποιημένο και χρηματιστικοποιημένο.
Ο
εκβιομηχανισμός της γεωργίας
μεταλλάχθηκε σε «πολεμική μηχανή», στηριζόμενη από μία τρομερή διαφημιστική
καμπάνια, συχνά παρουσιαζόμενη ως επιστημονική πληροφόρηση, για να αναδείξει
γρήγορα το πραγματικό του πρόσωπο: ξέφρενη πορεία αποκλειστικά και μόνο βάσει
της λογικής του κέρδους και σημαντικές βλάβες στο έδαφος στο οποίο βασίζεται και
σε όλες τις μορφές ζωής.
Στην
πιο εξελιγμένη μορφή του, το αγρο-βιομηχανικό
σύστημα είναι αδιαμφισβήτητα μη
βιώσιμο ως προς το περιβάλλον,
λόγω :
- της
διαρκώς αυξανόμενης εξάρτησης του από μη ανανεώσιμους πόρους,
- της
διαρκώς αυξανόμενης της σπατάλης τους,
- της
οξείας επιθετικότητας στην ζωτικότητα και στην ποικιλότητα των χερσαίων και
θαλάσσιων οικοσυστημάτων και των σχετικών τοπίων,
- του
μη σεβασμού της γενετικής και της ηθολογίας των έμβιων,
- της
υπονόμευσης της παράδοσης, της ποικιλομορφίας και του πλούτου των τοπικών
διατροφικών παραδόσεων,
- της
υποδαύλισης πολιτικών συγκρούσεων αλλά και πολεμικών συρράξεων,
- της
μείωσης των θέσεων εργασίας, της αύξησης των «ευέλικτων» μορφών εργασίας και
της διόγκωσης του φαινόμενου των εργατών-σκλάβων,
- της
εξάπλωσης της κουλτούρας των αναλώσιμων αγαθών και της μη υπεύθυνης
κατανάλωσης, δίχως ποιότητα,
- των
αρνητικών επιπτώσεων του στην υγεία των καταναλωτών και,
- της
συνδρομής του στην αναπαραγωγή ανισοτήτων μέσω της απαράδεχτης δημιουργίας
χάσματος μεταξύ αυτών που έχουν πολλά και μπορούν να σπαταλούν πόρους και
τρόφιμα και εκείνων που δεν έχουν και πρέπει να αρκούνται σε ανεπαρκή διατροφή
κακής ποιότητας.
Γρήγορα
και ανεξέλεγκτα, το αγρο-βιομηχανικό
σύστημα αναδείχτηκε ένας εξαιρετικός μηχανισμός, σε διαρκή μεγέθυνση που,
ενώ υπόσχεται την διασφάλιση της διατροφής του πλανήτη, αναπαράγει μία δομή σπατάλης, επιζήμιων περιβαλλοντικών επιπτώσεων και αδικίας.
Το
αγρο-βιομηχανικό σύστημα είναι
ασυμβίβαστο με την οικόσφαιρα και τη
ζωτική ακεραιότητα των οικοσυστημάτων όπως διαφαίνεται από τις
διαρκώς εντονότερες εκδηλώσεις της κλιματικής
αλλαγής, την διάβρωση των εδαφών, την απώλεια γονιμότητας της γης, την απώλεια βιοποικιλότητας
και την μόλυνση των υδάτων από τα
απόβλητα που περιέχουν υπολείμματα λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων και από τα απόβλητα
της κτηνοτροφίας.
Η
βιολογική γεωργία γεννήθηκε ως
αντίδραση στο αγρο-βιομηχανικό σύστημα.
Η ανάπτυξη και οι σημαντικές επιτυχίες της συνοδεύονται από την ωρίμανση του
παραγωγικού τομέα, την αύξηση της συνειδητοποίησης του καταναλωτή ως προς την περιβαλλοντική και διατροφική αξία των βιολογικών
προϊόντων, από την διαρκώς εντονότερη προσοχή προς το «βιολογικό» από μέρους της βιομηχανίας τροφίμων και των μεγάλων
επιχειρήσεων λιανικής πώλησης και, τέλος, από το χρηματοπιστωτικό σύστημα που
επενδύει συνεχώς στον τομέα μέσω της ανάπτυξης αλυσίδων εξειδικευμένων «σούπερ
μάρκετ».
Την
στιγμή που τίθεται, κατά συνέπεια, το πρόβλημα μιας πιθανής σύγκλισης μεταξύ βιολογικής γεωργίας και αγρο-βιομηχανικού συστήματος, η αύξηση
των εισαγωγών σε ανταγωνισμό με την τοπική παραγωγή, οι συνεχείς παρεκκλίσεις
νόμου όπως εκείνες που αφορούν τους σπόρους
και τις γεωργικές και ζωοτεχνικές μεθόδους και η ανάπτυξη
μικτών επιχειρήσεων, «βιολογικού»
και «συμβατικού», αναδεικνύουν
εύγλωττα μεταξύ άλλων την σημερινή κατάσταση μη παραγωγικής σύγκρουσης στο
πεδίο της αγροτικής παραγωγής.
Μοναδική
ελπίδα παραμένει εκείνη της δημιουργίας ενός αγρο-οικολογικού συστήματος διατροφής, σε αντίθεση με το βιομηχανικό και χρηματοπιστωτικό, όπου οι παραγωγοί, οι μεταποιητές, οι διανεμητές
και οι καταναλωτές δεν θα ενεργούν σε συνθήκες ανταγωνισμού, με στόχους
αποκλειστικά οικονομικούς, αλλά σε συνέργεια στο πλαίσιο πρώτιστα οικολογικών
σκοπών. Η δημιουργία του αγρο-οικολογικού
συστήματος οφείλει να θεμελιωθεί στην επιστημονική
αγρονομική παράδοση, όπως εκείνη της βιολογικής
γεωργίας και να στοχεύει στον οικολογικό
μετασχηματισμό των αγρο-διατροφικών
συστημάτων.
Η
αναθεώρηση της αγροτικής οικονομίας
στο πεδίο της οικολογικής οπτικής
αποτελεί ριζική αλλαγή παραδείγματος θεμελιωμένου στους παραγωγούς και στα προϊόντα
της τοπικότητας, σε μία διανομή πραγματικά στην υπηρεσία του αγρότη και του
πολίτη και στον δραστικό, προοδευτικό, εκμηδενισμό των υλικών και ενεργειακών
απόβλητων.
Η
αναθεώρηση της αγροτικής οικονομίας
στο πεδίο της οικολογικής οπτικής,
είναι σε θέση να εγγυηθεί ένα αξιοπρεπές εισόδημα, ικανοποιητική εργασία και
τον πειραματισμό νέων μορφών κοινωνικής
συνύπαρξης στο πεδίο της υπεύθυνης, συνειδητοποιημένης, σχέσης με το περιβάλλον της διαβίωσης.
Η
αγρο-οικολογία μπορεί και οφείλει να
συλλέξει, να επεξεργαστεί και να υπερβεί τόσο την κληρονομιά αιώνων της γεωργίας της τοπικότητας όσο και τα
δεδομένα της εκβιομηχανοποιημένης
γεωργίας, για να αποτελέσει μια ολιστική απάντηση στις σύγχρονες ανάγκες
και απαιτήσεις. Η μετάβαση σε ένα άλλο παράδειγμα, την οποία εγγυάται, απαιτεί
ένα εξέχοντα ρόλο της γυναίκας και
των νεώτερων γενιών ακριβώς όπως
στις απαρχές της γεωργίας της
τοπικότητας. Με το πέρασμα από φαινόμενο περιορισμένης έκτασης σε φαινόμενο
ευρείας κοινωνικής αποδοχής, η αγρο-οικολογία
μπορεί να διαδραματίσει πολύτιμο ρόλο οικονομικής,
πολιτισμικής και οικολογικής αναγέννησης, επαναθέτοντας
στο κέντρο της ανθρώπινης δραστηριότητας τις αξίες της τεχνογνωσίας και της
χειροτεχνίας, του χρόνου, των χρόνων αναμονής και της σχόλης ως ευκαιρίας
γνώσης και απόλαυσης της ζωής χωρίς να την καταναλώνουμε.
των:
Τζιόρτζιο Νέμπια, Αλμπέρτο Μπερτόν, Γκουίντο Πόλλιτσε, Πιερ-Πάολο Πότζιο,
Τζιοβάννα Ρικόβερι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου